CEBNCh

Κέντρο Βυζαντινών, Νεοελληνικών και Κυπριακών Σπουδών

Μεικτό Κέντρο Πανεπιστημίου Γρανάδας

UGR

Πρόλογος

Είθισται να προηγούνται μιας εργασίας λίγες γραμμές που να διευκρινίζουν, μεταξύ άλλων, το λόγο της υλοποίησης της. Στην περίπτωση μάλιστα ενός ελληνο-ισπανικού και ισπανο-ελληνικού λεξικού ιχθύων δείχνει αυτονόητο. Αρκεί να συμβουλευτούμε ένα οποιοδήποτε χρηστικό λεξικό για να διαπιστώσουμε ότι το θέμα που μας απασχολεί, δηλαδή τα ονόματα των ψαριών στα ελληνικά ή στα ισπανικά, είναι τόσο περιορισμένο –θα λέγαμε σχεδόν ανύπαρκτο– που αφήνει τον πιθανό χρήστη με ελάχιστη ενημέρωση για την πλειοψηφία των ονομάτων των ψαριών. ΄Ισως να του δίνεται κάποια πληροφόρηση στην διάρκεια επίσημων γευμάτων ή συνεστιάσεων, το μεγαλύτερο όμως μέρος της πλούσιας πανίδας που συναντάται στα ύδατα της Ελλάδας και της Ισπανίας και κυρίως στις κουζίνες μας, αγνοείται από τα γενικά λεξικά.

Για να καλυφθεί και να συμπληρωθεί αυτό το κενό είναι απαραίτητο, αν και όχι εύκολο, να συνταχθούν λίγες γραμμές για την παρουσίαση του παρόντος βιβλίου. Το γεγονός ότι πρόκειται για λεξικό αφιερωμένο αποκλειστικά στα ψάρια το καθιστά ακόμη πιο δύσκολο. Εκτός από τις γενικές δυσκολίες (περίσταση, εποχή, συγγραφέας) θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και άλλες, από τις οποίες ξεχωρίζει εμφανώς μία: τα πολλαπλά, και τόσο παρεμφερή ονόματα ενός και μόνο θαλάσσιου ή ποτάμιου όντος. Οι ονομασίες που χρησιμοποιούνται για ένα μόνο είδος είναι απεριόριστες. Με έναν τρόπο το ονομάζουν οι βόρειοι, με άλλον οι νότιοι και με άλλον οι νοτιότεροι. Οι των μεσογειακών ακτών έχουν τις δικές τους ονομασίες (δια-φορετικές στην Καταλωνία, Βαλεαρίδες, Βαλένθια, Αλικάντε ή οπουδήποτε αλλού). Στις κανταβρικές ακτές συμβαίνει κάτι παρόμοιο, που εντείνεται ακόμη περισσότερο όταν πρόκειται για τη Γαλικία, την Αστούριας ή την Χώρα των Βάσκων. Οι Ανδαλουσιανοί, με τη σειρά τους, δείχνουν να ανταγωνίζον-ται για να το πουν ο καθένας με τον δικό του τρόπο.  Τέλος, πρέπει να λάβουμε επίσης υπόψιν αν ο ομιλητής –ή ο συγγραφέας– είναι από λιμάνι ή από το εσωτερικό ή ακόμη πιο μέσα ή, τέλος πάντων, από την Μαδρίτη.

΄Οσα λέμε ας μην φανούν υπερβολικά, γιατί ακόμη και αυτοί που βρίσκονται στο άνω ή στο κάτω μέρος ενός ποταμού ανταγωνίζονται για να διακριθούν χρησιμοποιώντας τον δικό τους όρο για ένα θαλάσσιο ψάρι. Το ίδιο, αλλά σκοπίμως και με ανόμοιο τρόπο, κάνουν οι ψαράδες και οι αγρότες στα χωριά με ιχθυόσκαλα ή με κάστρο στα ψηλά.

Και το θέμα δεν λήγει εδώ. Με διαφορετικούς όρους διακρίνεται το αρσενικό από το θηλυκό, ο νεογνός από το μεγάλο ψάρι ενώ, περιστασιακά, η διάκριση γίνεται όχι μόνον από ονομαστική αλλά και από γαστρονομική και οικονομική άποψη.

Αν τώρα λάβετε υπόψιν την ονοματοδοσία που χρησιμοποιείται κατά μήκος μιας ηπείρου –απ’ την Καλιφόρνια ως τη Γη του Πυρός– και κατά πλάτος δύο ωκεανών –Ειρηνικού και Ατλαντικού– θα συμφωνήσετε ότι πρόκειται για ηράκλειο άθλο.

Και όλο αυτό απ’ την ισπανική και μόνο οπτική γωνία (καστιλλιάνικη, καταλανική, βασκική, γαλικιανή, ανδαλουσιανή...) εφόσον περιοριστούμε στην Ιβηρική Χερσόνησο. Το ίδιο όμως συμβαίνει αν το δούμε και απ’ την ελληνική. ΄Ασχετα αν η γεωγραφική έκταση είναι μικρότερη, αυτό που ενδιαφέρει είναι ότι η φαντασία, ο γλωσσικός πλούτος, η τεράστια ιστορική, πολιτιστική και εννοιολογική παράδοση είναι τέτοια που δεν μετριέται με τετραγωνικά μέτρα. Γίνεται μόνο με την νόηση και έχει το ίδιο αποτέλεσμα με την λεξικογραφική πολυμορφία.

Από την πολύχρονη ενασχόληση μας “in statu populari”, έχουμε επίγνωση ότι η ελληνική γλώσσα αποτελεί μια γλωσσολογική ιδιαιτερότητα. Οι λογοτεχνικές, πολιτικές και επιστημονικές επιδόσεις κατά την διάρκεια τριών χιλιάδων επτακοσίων ετών, άφησαν το στίγμα τους στις λέξεις με τρόπο που η χρήση μιας λέξης από οποιοδήποτε καλλιεργημένο άτομο της εποχής μας είναι μια περιπέτεια που χρήζει ενός εγκυκλοπαιδικού άρθρου ή, στην καλύτερη των περιπτώσεων, μιας επιστημονικής πραγματείας.

Αλλά, ας μην ανησυχεί ο αναγνώστης-χρήστης του λεξικού. Δεν θα τον υποβάλουμε σε παρόμοια ταλαιπωρία. Πιστεύουμε όμως ότι έπρεπε να τον ενημερώσουμε για την σημαντική προσπάθεια απλοποίησης που καταβλήθηκε ώστε να φτάσει στα χέρια του αυτό το ελληνο-ισπανικό και ισπανοελληνικό λεξικό ιχθύων και θαλασσίων και ποταμίων όντων γενικότερα.

Επιλέξαμε λοιπόν τον όρο ή τους όρους που χρησιμοποιούνται περισσότερο, τόσο στα ισπανικά –ίσως θα έπρεπε να πούμε καστιλλιάνικα–όσο και στα ελληνικά. Ίσως επικριθούμε για μερική υποκειμενικότητα στην επιλογή, αλλά ήταν απολύτως αναγκαία.

Εάν ένα από τα αναφερόμενα είδη –συχνά γαστρονομικό κόσμημα–σε άλλη γλώσσα είναι γνωστό ή συγχέεται με το όνομα κάποιου άλλου είδους –σύγχυση που προέρχεται από φυσιολογικές αιτίες (μέγεθος, χρώμα, εμφάνιση κ.ά.)– το υποδεικνύουμε στο αντίστοιχο λήμμα, όπως  επίσης σημειώνουμε αν δύο ή περισσότερα είδη έχουν το ίδιο όνομα.

Τέλος, δεδομένου ότι έπρεπε να βάλουμε ένα όριο στα περισσότερα από 175.000 γνωστά είδη, περιοριστήκαμε, τόσο στα ελληνικά όσο και στα ισπανικά, στα κοινά και ταυτόχρονα γνωστά στις δύο γλώσσες και, ασφαλώς, στις δύο κουζίνες, είτε γιατί πρόκειται για μεσογειακά είδη είτε για κάποιο που, αν και μη μεσογειακό είναι γνωστό σε όλους.

Ευελπιστούμε ότι το αποτέλεσμα θα είναι χρήσιμο στους χρήστες και των δύο γλωσσών, που κατά καλή τύχη ομιλούνται όλο και περισσότερο και στις δύο χώρες. 

J.M.E.

Tελευταία ενημέρωση:

© Centro de Estudios Bizantinos, Neogriegos y Chipriotas